Σάββατο 12 Σεπτεμβρίου 2020

ΜΙΑ ΦΙΛΟΣΟΦΙΚΗ ΠΕΡΙΔΙΑΒΑΣΗ ΣΤΟ ΕΡΓΟ ΤΟΥ ΕΛΥΤΗ

Από την Πολιτεία του Πλάτωνα μέχρι τις μέρες μας, η σχέση της ποίησης με τη φιλοσοφία δεν έχει πάψει να εγείρει συζητήσεις. Τα ερωτήματα που ανακύπτουν είναι πάμπολλα και διαφορετικής φύσης: Μπορεί η ποίηση να προσφέρει γνώση, να αναλάβει έναν ρόλο ανάλογο της φιλοσοφίας; Αντίστροφα, μπορεί η φιλοσοφία να τέρψει, να είναι «ποιητική»; Συμβάλλει η ποίηση στην κατανόηση της πραγματικότητας, συντελεί στην αναζήτηση της αλήθειας, θίγει ηθικά ζητήματα;

Είναι βέβαιο πως πολλοί ποιητές επηρεάστηκαν από την φιλοσοφική σκέψη, από τους Προσωκρατικούς φιλοσόφους, λόγου χάριν, ή την αισθητική του Kant ή του Hegel ή έλαβαν υπόψη το έργο συγκεκριμένων φιλοσόφων, ανέπτυξαν μια σχέση με αυτό και το αξιοποίησαν με ποικίλους τρόπους στην ποίηση τους.

Από την άλλη, δεν είναι λίγοι οι φιλόσοφοι που επικαλέστηκαν ποιητές, ανέλυσαν ποιήματα και χρησιμοποίησαν την ποίηση ως εργαλείο ή αφορμή προκειμένου να αναπτύξουν τη σκέψη τους, όπως ο Jacques Derrida.

Εκτός από ποιητές με φιλοσοφικές γνώσεις, όπως ο Ανδρέας Κάλβος ή ο Άγγελος Σικελιανός και φιλόσοφους εξοικειωμένους με την ποιητική τέχνη, όπως ο Heidegger, υπάρχουν επίσης περιπτώσεις όπως ο Schiller, στο πρόσωπο του οποίου και οι δύο ιδιότητες συνδυάζονται αρμονικά.

Άλλωστε, κατά τον Paul Valéry: «Αν ο στοχαστής δεν μπορούσε να είναι παρά μόνο στοχαστής, τότε δεν θα ήταν και δεν θα μπορούσε να είναι στοχαστής, κι αν ο ποιητής δεν ήταν παρά μόνο ποιητής, χωρίς την παραμικρή ικανότητα αφαίρεσης ή συλλογισμού, δεν θα άφηνε πίσω του κανένα ποιητικό σημάδι. Ο ποιητής διαθέτει αφηρημένη σκέψη κι αν θέλετε και φιλοσοφία, και [...] η φιλοσοφία επενεργεί στην ίδια την ποιητική του πράξη».

Σε ό,τι αφορά τη διερεύνηση της σχέσης του Ελύτη με τη φιλοσοφία, είναι μάλλον μία ευθύνη που ο ίδιος περίμενε να αναλάβουν οι αναγνώστες του. Οι κρίσεις, άλλωστε, του τύπου «είναι φιλοσοφικός ποιητής ο Ελύτης» ή «στην ποίησή του θα βρεις τους Προσωκρατικούς και όχι μόνο», αποτελούν κοινό τόπο.

Ο δεσμός του ποιητή με τη φιλοσοφία υπήρξε θερμός -ιδιαίτερα δε στο όψιμο έργο του, βαθύς και πολύπλευρος. Ο Ελύτης αξιοποίησε την φιλοσοφία ποικιλοτρόπως στο έργο του, έκανε «διαλόγους» με φιλοσόφους, τον απασχόλησαν ζητήματα που μπορούν να χαρακτηριστούν φιλοσοφικά, αναζήτησε την αλήθεια, προσπάθησε να κατανοήσει τη φύση και μέσα από αυτήν τον κόσμο, εξέφρασε τη δική του κοσμοθεωρία, ανέπτυξε θεωρίες περί της ποίησης, ασχολήθηκε με τη λειτουργία και την ουσία του ποιήματος, στοχάστηκε μέσα από την ποίησή του και μίλησε φιλοσοφία.

Βασικές έννοιες του ποιητικού του γίγνεσθαι είναι η καθαρότητα και η διαφάνεια, που αποτελούν σκοπούς τόσο του ποιητή όσο και του ποιήματός του και συντελούν ώστε να διαφανεί μέσα από το λευκό το μαύρο (και όχι μόνο) ο μετεωρισμός, δηλαδή η τάση να αποκτήσουν τα στοιχεία του ποιήματος ένα ύψος, μία ροπή προς τα επάνω, το φως, το οποίο δεν πρέπει να θεωρηθεί ωστόσο αυστηρά ως το αντίθετο του σκότους αλλά και ως σύμβολο Δικαιοσύνης, η αθωότητα και, βέβαια, η ηλιακή μεταφυσική.

Μηχανισμοί που χρησιμοποίησε συστηματικά ο Ελύτης είναι η μεταμόρφωση, η αντιστροφή (του πάνω και του κάτω, του ουρανού και της θάλασσας, του μέσα και του έξω) και η κατάργηση των αντιθέτων. Τα δίπολα αίσθηση και νόηση, ύλη και πνεύμα, σώμα και ψυχή, αποτελούν χαρακτηριστικά μοτίβα του. Ο Ελύτης δεν επιθυμεί να εξηγήσει ή να τονίσει τις διαφορές τους, αλλά αντίθετα να τις ξεπεράσει. Ζητούμενό του είναι η υπέρβαση του δυισμού, η κατάρριψη των αντιθέσεων. Με αυτόν τον τρόπο ο άνθρωπος έρχεται κοντά στον θεό, η στιγμή αποκτά διάρκεια, η ψυχή αγγίζεται, το σώμα εξαϋλώνεται, η αίσθηση εξαγνίζεται, η υλική πραγματικότητα καθαγιάζεται.

Τα ποιήματα του Ελύτη οδηγούν τον αναγνώστη του από πολλούς δρόμους στη φιλοσοφία. Ο ποιητής συνδέθηκε καταρχάς στενά με τους Προσωκρατικούς. Πιο ειδικά, η σχέση του με τον Ηράκλειτο αποδείχτηκε καταλυτική: Η πρωτοκαθεδρία της Φύσης και του Λόγου, η αναζήτηση του εαυτού και φυσικά η κατάργηση των αντιθέτων είναι στοιχεία που τους φέρνουν κοντά.

Ο Εφέσιος, ο οποίος συναντάται τακτικότερα από κάθε άλλον φιλόσοφο στο ποιητικό corpus του Ελύτη, μνημονεύεται ήδη στο Άξιον Εστί και επανέρχεται, άμεσα ή έμμεσα, περισσότερες από δέκα φορές στον δοκιμιακό λόγο του. Ο ποιητής που αγάπησε τόσο το φως, καταργεί τα αντίθετα μαζί με τον σκοτεινό φιλόσοφο, τον οποίο εν τέλει αγιοποιεί. Ο Ελύτης οδηγείται στον Ηράκλειτο μέσα από τη φύση, τις αισθήσεις, την τέχνη. Αναζητά τον εαυτό του κατά τον τρόπο του φιλοσόφου, παίζει με τον χρόνο, ακολουθεί εναλλάξ την άνω και την κάτω οδό και καταλήγει, διατρέχοντας τον δρόμο του Ηράκλειτου, πολλάκις στον ίδιο τόπο, στην Έφεσο. «Της Εφέσου» τιτλοφορείται ένα από τα τελευταία ποιήματά του.

Από το έργο όμως του Ελύτη παρελαύνουν και άλλοι Προσωκρατικοί: ο σοφός Θαλής, ο Ζήνων ο Ελεάτης, ο Εμπεδοκλής, τα ριζώματα του οποίου έχουν περίοπτη θέση στο ποιητικό του έργο, ο Παρμενίδης και ακόμα η φαινομενολογία του Δημόκριτου και του Αναξαγόρα, ο Μέλισσος και ο Αναξίμανδρος. Τέλος, η παρουσία των Πυθαγόρειων δεν είναι ανύπαρκτη στον Ελύτη αλλά ούτε και η σχέση τους είναι ιδιαίτερα στενή.

Μαζί με τους Προσωκρατικούς ο ποιητής, ο οποίος φαίνεται πως γοητεύτηκε από τις συνεχείς μεταβολές, την αποσπασματικότητα του λόγου, την αινιγματικότητα και την αμφισημία, κοσμολογεί: μας γνωρίζει τον κόσμο.

Όταν βρέθηκε μόνος στο Παρίσι, ο Ελύτης κατέφυγε στον Πλάτωνα. Ο ποιητής «έχει άλλωστε στο αίμα του τον Πλάτωνα», όπως δηλώνει ο ίδιος και αναζητά μαζί του την αλήθεια. Το όνομα του φιλοσόφου συναντάται μόνο δύο φορές στην ποίηση του Ελύτη, αυτό όμως δεν καθιστά την παρουσία του πενιχρή, αντίθετα, είναι ισχυρή και εκδηλώνεται ποικιλοτρόπως. Τα ίδια τα δοκίμια του ποιητή είναι ιδιαίτερα διαφωτιστικά. Ο Ελύτης, που θυμίζει Πλάτωνα (και μπορεί να χαρακτηριστεί υπό όρους πλατωνικός), ανέτρεξε στον λόγο του συγκεκριμένου φιλοσόφου σε στιγμές μοναξιάς και βρήκε εκεί το (γλωσσικό καταρχάς) καταφύγιο που ζητούσε. Σύντομα ή εκτενέστερα χωρία του Πλάτωνα έχουν ενσωματωθεί στον δοκιμιακό αλλά και στον ποιητικό λόγο του Ελύτη.

Ο ποιητής αποδεικνύεται ιδιαίτερα εξοικειωμένος με τον Φαίδωνα (τον οποίο αξιοποιεί με πολλούς τρόπους), είναι όμως γνώστης και αρκετών άλλων πλατωνικών διαλόγων, της Πολιτείας φερειπείν και του Κριτία. Ευλόγως σχετίζεται από τους μελετητές με τον Πλάτωνα μέσω της ανάμνησης, των ιδεών, των ειδώλων και του διπόλου ψυχής-σώματος, δευτερευόντως μέσω του μετεωρισμού, του έρωτα και του δαιμονίου. Λέξεις όπως η πολιτεία και το σπήλαιο και ονόματα όπως Ατλαντίδα και Πυριφλεγέθοντας που συναντάμε στον Ελύτη, παραπέμπουν στον Πλάτωνα και το αντίστροφο: ιδέες, εκφράσεις και εικόνες του Ελύτη μάς οδηγούν αρκετές φορές στους πλατωνικούς διαλόγους.

Η απουσία του Αριστοτέλη από το έργο του Ελύτη, ειδικά μάλιστα σε αντιδιαστολή με την τόσο έντονη παρουσία του Πλάτωνα, οφείλεται κυρίως στον ορθολογισμό του Αριστοτέλη και πολύ λιγότερο στη μορφή των γραπτών του. Θα υπέθετε κανείς, και μάλλον εύλογα, πως οι διάλογοι είναι πιο ελκυστικοί σε έναν ποιητή από τις επιστημονικές πραγματείες. Μιλώντας όμως για πραγματείες, δεν θα πρέπει να ξεχνάμε πόσο στενά συνδέθηκε ο Ελύτης με τον Πλωτίνο, ο λόγος του οποίου είναι πιο «ποιητικός» από εκείνον του Αριστοτέλη. Ο Πλωτίνος, το ύφος και η σκέψη του οποίου παραπέμπουν πολύ περισσότερο στον Πλάτωνα, μνημονεύεται τόσο στο ποιητικό, όσο και στο δοκιμιακό έργο του Ελύτη. Ο ποιητής μοιάζει να νιώθει ένας σύγχρονος Πλωτίνος.

Ο ποιητής νιώθει απόγονος και συνεχιστής του Ηράκλειτου, του Πλάτωνα και του Πλωτίνου ταυτόχρονα. Ξεκινά από τη φύση, σαν τους Προσωκρατικούς, τον ενδιαφέρει όμως μία φυσική που είναι μεταφυσική (η σύμφωνη με τον Ηράκλειτο τάση του είναι, άλλωστε, να καταργήσει τα αντίθετα). Η μεταφυσική του, στην οποία κυριαρχεί ο ήλιος, χτίζεται με τη βοήθεια του Πλάτωνα. Η επιθυμία του ωστόσο να ξεπεράσει τον δυισμό, τον οδηγεί «πέρα από τον Πλάτωνα», στον Πλωτίνο. Πρόθεσή του ωστόσο, δεν είναι να τους μελετήσει και να τους μάθει, αλλά να τους αισθανθεί. Κινούμενος προς αυτήν την κατεύθυνση, χρησιμοποιεί τον λόγο τους επιλεκτικά. Για τον Ελύτη, που επιχειρεί μια νεοελληνική ανάγνωση των Προσωκρατικών, οι αισθήσεις δεν είναι κακοί σύμβουλοι, η αισθησιοκρατία συνεπώς δεν είναι ασύμβατη με τον Πλάτωνα.

Η σχέση του Ελύτη με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία έχει πολύ γερά θεμέλια και διατρέχει το σύνολο του έργου του. Ερωτήματα του τύπου «με ποιον φιλόσοφο σχετίστηκε περισσότερο;» ή «είναι προσωκρατικός ή (νεο)πλατωνικός;» μόνο να παραπλανήσουν μπορούν: Ο Ελύτης αντλεί αδιακρίτως υλικό, κατά το δοκούν ή το ποιητικό ένστικτό του, από κάθε φιλόσοφο που τον ελκύει διαμορφώνοντας μία πολύπλευρη και σε βάθος σχέση με την αρχαία ελληνική φιλοσοφία και θεωρώντας τον ελληνικό λόγο - και ειδικότερα τον ελληνικό φιλοσοφικό λόγο, ως συνεχή και αδιαίρετο.

Η τριβή του με τον φιλοσοφικό λόγο αποτέλεσε πολύτιμο εφόδιο στην ανάπτυξη της ποιητικής του. Η σχέση του με τη φιλοσοφία είναι σύνθετη: Το ενδιαφέρον του δεν περιορίζεται σε έναν φιλόσοφο, έναν τρόπο σκέψης, έναν χρόνο ή έναν τόπο. Μπορεί να γίνει λόγος για στοιχεία αρκετών φιλοσοφικών παραδόσεων που ενσωματώθηκαν στο έργο του. Ο Ελύτης οδηγήθηκε σε αυτά πολύ περισσότερο μέσω της τέχνης του παρά μέσω της πρόθεσής του να φιλοσοφήσει. Η ποίησή του όμως αποτέλεσε γι' αυτόν έναν δρόμο για την αθανασία, ένα μέσο αναζήτησης της αλήθειας και συχνά κατέστη, τελικά, φιλοσοφική.


Βασιλική Δραγούνη

Από την 1η Πολυθεματική Εκδήλωση του ΙΔΕΟΠΝΟΟΝ  «Ψυχολογία-Φιλοσοφία-Λογοτεχνία, Δρόμοι παράλληλοι με συγκλίνουσες πορείες», Πνευματικό Κέντρο Πετρούπολης, Ιούλιος 2020

Περιοδικό Ίαμβος, Διπλό Τεύχος 49-50

Artwork: Splendor Solis (1582)




Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου

Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.