Κριτική του συγγραφέα Θεοχάρη Στύλου
για το νέο βιβλίο της Βασιλικής Δραγούνη
"Μία Καλοκαιρινή Υπέρβαση / A Summer Transcendence"
από τις εκδόσεις Edizioni Universum
Σε κάθε εποχή, η ποίηση η οποία χρειάζεται τον
προσωπικό χρόνο της σιωπής για να δημιουργηθεί και τον χώρο της εσωτερικής
ειρήνης για να μεταγγιστεί, αντιμετωπίζεται με μια μυστηριακή στάση, που αφενός
υποβάλλει τον σεβασμό από θαυμασμό και αφετέρου την απόσταση από άγνοια.
Στις μέρες μας, ιδιαίτερα, που ο θαυμασμός εξέπεσε
στον εντυπωσιασμό, η άγνοια εκτάθηκε σε θράσος και ο λόγος θρυμματίστηκε σε
λόγια, μπορεί η ποίηση να φαίνεται περιθωριοποιημένη, αλλά είναι αυτή που
μπορεί να στηρίξει το όνειρο, να δώσει νόημα στους χτύπους της καρδιάς, να
ανοίξει τους ορίζοντες της ζωής στο φως και να υπερασπίζεται την αγάπη και την
ελευθερία, εξασφαλίζοντας στον άνθρωπο τη δυνατότητα πτήσης, έστω και μετά από
πτώσεις. Γι’ αυτό η αληθινή ποίηση δεν εξυπηρετεί σκοπιμότητες, δεν διευκολύνει
τη λήθη, ούτε εξαντλείται σε δημόσιες εξομολογήσεις. Ίσα-ίσα, διαθέτει τη
δύναμη της γλώσσας για να μεταφέρει συναισθήματα, αγωνίες και να φωτίζει –πάντα
πλαγίως– επιθυμίες και ματαιώσεις και να διεγείρει το πάθος για όνειρα και
αγάπες και για ειλικρινείς συναντήσεις προσώπων και στόχων.
Η Βασιλική Δραγούνη δεν διεκδικεί δάφνες εμπρηστικού
ρήτορα ούτε δόξα εφήμερου προφήτη. Την μοναξιά και την ελπίδα της εκφράζει μέσα
από τα ποιήματά της.
Με την ποιητική αυτή συλλογή της, δημιουργεί ένα
αυτοσχέδιο κοκτέιλ ατίθασου σκότους και ανελέητης χαραυγής. Με άλλα λόγια,
διαλέγει να πει αλήθειες με τον τρόπο της άρνησης και της αντίθεσης,
αποδεχόμενη την αναγκαιότητα μιας λυτρωτικής σύγκρουσης με τον εαυτό μας
προπάντων.
Διαβάζοντας τα ποιήματα της συναισθάνεσαι λες και η
ποιήτρια αναζητεί συνοδοιπόρους στο ποιητικό της ταξίδι, οι οποίοι ελεύθερα θα
συνταξιδέψουν μαζί της, αποφασισμένοι να εγκαταλείψουν την ιδιώτευση και την
περιχαράκωση στο εγώ τους. Η Βασιλική Δραγούνη είναι η ποιήτρια που δεν φοβάται
να συνταξιδέψεις νοηματικά μαζί της, είναι η ποιήτρια που παλεύει μέσα από έναν
διαρκή αγώνα να σου δημιουργεί συνεχώς εικόνες μέσα από τα ποιήματα της. Η
ποιητική αυτή συλλογή της αποτελεί ουσιαστικά ποιητική σύνθεση υψηλής ποιότητας
νοημάτων και τεχνικής της γραφής.
Ταυτόχρονα κατορθώνει να σου μιλά για την μοναξιά
χωρίς να την φοβάται και χωρίς να φοβάται το μέλλον.
/Είμαι
το δικό μου έρημο νησί,
η
μοναδική ψυχή μες στο μυαλό μου.
Δεν
έχω χρόνο να ξοδέψω ή να γεμίσω
με
παρελθόν και μέλλον
μα θα
σιωπήσω τη φωνή μου
για
τρεις ιερές ανάσες,
θα
χαμηλώσω τα μάτια μου και θα τα θωρακίσω
με μια
ανάμνηση απ’ το παλάτι του αύριο. σελ.10/
Συνθέτει και πλέκει τους στίχους των ποιημάτων της με
μοναδικό τρόπο, έτσι που αν και κάποια μιλούν για μοναξιά και για το μοναχικό
ταξίδι της ζωής μας να υπάρχει η ελπίδα της συντροφικότητας. Και το πετυχαίνει
με καθαρότητα γνώσης και ειλικρίνεια. Η ποίησή της έχει την προφορικότητα του
θάρρους και την εντιμότητα της αποφασιστικότητας. Γράφει από πρόθεση και
τρυφερά από διάθεση, προτάσσοντας την αξία των συναισθημάτων όχι ως συμβατική
υποχρέωση αλλά ως σταθερή αξία του ατόμου με συνείδηση πολίτη. Αναρίθμητες οι
εικόνες της μοναξιάς. Οι δε εικόνες που συνοδεύουν τα ποιήματα της, έργα της
κόρης της Τζωρτζίνας είναι εξαιρετικές και ντύνουν όμορφα και μοναδικά τα
ποιητικά της λόγια.
/Μία
ακίνητη εικόνα
με
καθαρό προσκήνιο
και
θολό φόντο:
μία
έντονη ομίχλη
χωρισμένη
πάνω σε μαρμάρινη σελίδα
μου
άγγιξε τον ώμο
με τον
ύπνο στο χέρι.… (σελ.16) σημειώνει.
Γιατί ξέρει ότι η εικόνα μπορεί να γίνει πηγή, η
απάθεια συγκίνηση, το μέτριο σπουδαίο και η ύπαρξη ζωή.
Σκάβει, λοιπόν, η ποιήτρια μέσα της για να φτάσει στη
ρίζα που τρέφει τη συμπαντική μνήμη. Θάβει το περιττό, το άχρηστο, που συντηρεί
την ψευδαίσθηση της εικόνας. Μας καλεί όλους σε εγρήγορση, ζει, εξιστορεί και
ελπίζει στην εξέγερση των ερωτημάτων και των συναισθημάτων μας, χωρίς απαίτηση
απάντησης και ανταπόκρισης. Γιατί ξέρει τελικά ότι η ζωή είναι η πηγή και η
απάθεια συγκίνηση, το μέτριο σπουδαίο και η ύπαρξη ζωή.
Η Βασιλική Δραγούνη, ως γνήσια ποιήτρια, «μετατρέπει
το ορατό σε αόρατο και το αόρατο σε ορατό». Ιδιαίτερα σ’ αυτή τη συλλογή της,
διανύει την απόσταση από την αγωνία μέχρι την απάθεια και από την κοινωνία της
πληροφορίας μέχρι τη μοναξιά της φλυαρίας με συναίσθηση θα έλεγε κανείς
πολιτικής ευθύνης, πιστεύοντας δηλαδή ότι το εγώ και η κοινωνία είναι
αξεχώριστες έννοιες. Είναι ζήτημα φωτός, βέβαια, και φωτισμού, ή αλλιώς,
επείγει να αναμετρηθούμε μέσα από τα ποιήματα της με τις σκιές, με τον φόβο και
με το σκοτάδι.
Κλείνω το σημείωμα της κριτικής μου, παραθέτοντας
δύο στίχους που δίνουν αντιστικτικά το ποιητικό κλίμα και τον ποιητικό στόχο
της Βασιλικής Δραγούνη.
/Νιρβάνα
είναι
να μην
μπορείς να θυμηθείς
την
τραγωδία της γέννησης,
να μην
συγκλονιστείς
από
την κωμωδία του θανάτου
και να
μπορείς μακάρια να αγνοείς
μοναχικά
άλματα
και
ζωηρές πτώσεις
στο
ενδιάμεσο/.
Θεοχάρης
Στύλος
Πίνακας εξωφύλλου: Τζωρτζίνα Τσισμαλίδου