ΠΟΙΗΣΗ
ΑΡΕΤΗΣ ΓΚΙΩΝΑΚΗ
ΣΤΥΜΦΑΛΙΔΕΣ
Στην Υπερβολή της Επιθυμίας…
Εκεί έδεσες τη βάρκα σου
περιμένοντας τις Στυμφαλίδες
να πράξουν αντί για σένα
Από καιρού εις καιρόν
σύναπτες τα ασύνδετα εξατομικεύοντας
το άκαιρον
και δρομολογώντας ανελλιπώς
με προσχήματα και υπεκφυγές
-που στην ουσία δεν είχαν χρήση
γιατί, άχρηστα ήταν και ανεύθυνα-
με ανόητες προσλαμβάνουσες παρεκκλίσεις
και συνωμοσίες κατά την εποχή που
εξυφάνθηκαν,
σε ένα παρελθόν μακρινό και ξεχασμένο,
εκεί, στις άκρες των χειλιών σου
Με ακούς; Για τις όρνιθες λέω
με τα συρμάτινα πόδια
που χουρχουρίζουν και χτυπιούνται μεταξύ τους
και τα ατσάλινα ράμφη
που τα έχουν έτσι, εύκαιρα
για να αρπάζουν ό,τι βολεύει την αδηφαγία
τους
…Αλλά κι εγώ η ανόητη, τι σου είμαι…
Το όνομά σου κέντησα πάνω στον καρπό μου
να σε θυμάμαι για μια στιγμή,
για έναν ατελείωτο αιώνα
Το βλέπω, το οσφραίνομαι,
πως είσαι εκεί κολλημένος
πάνω στη δεμένη από καιρό βάρκα σου
περιμένοντας τις Στυμφαλίδες
να σου φέρουν την είδηση της παρουσίας μου
έστω κι από μακριά…
Το ξέρεις, πως, κάθε απόγευμα,
εδώ και καιρό, συνερχόμουν από τον λήθαργο
και σαν χτυπούσε το καμπανάκι της εξώπορτας
-μ’ αυτό το ίδιο χέρι μου
με τ’ όνομά σου κεντημένο πάνω του-
απόδιωχνα αυτά τα ιερά πτηνά
που έρχονταν και με ξεσήκωναν συνεχώς
Ήταν ένα ατέλειωτο κουραστικό «αίνιγμα»
η όλη διαδικασία…
Κι εκεί πια κατά το σούρουπο
την ώρα που έπεφτε βαριά η ομίχλη
πάνω στους γκρίζους λόφους
-και τα ιερά σου πτηνά έκλειναν
τα σιδερένια ράμφη τους
και συμμαζεύονταν ξεχνώντας
την αποστολή τους-
κουρασμένη, αποκαμωμένη από την προσπάθεια
ήταν που άρχιζε και η ψυχή μου να θυμάται
τη ζοφερή σου εξαπάτηση και να τρομάζει
Όχι, όχι,
δεν χρειαζόμαστε πια τις λέξεις, ούτε και τα
παραμύθια
για να μας στολίσουν την ανυπαρξία
Θα σου πω ετούτο μόνο: -και για τελευταία φορά-
«να πάψεις να καθοδηγείς τα ιερά σου πτηνά
με τον βρώμικο τρόπο που τόσο καλά γνωρίζεις»
Παρ’ όλα αυτά, ναι, κάποιες φορές,
θα σου επιτρέπω να χαμογελάς ακόμα για μένα
αλλά μόνο μέσα στο όνειρό σου, μόνον εκεί
και πουθενά αλλού!
Διώξε με την πρώτη ευκαιρία
και τις Στυμφαλίδες όρνιθές σου…
Δεν σου χρειάζονται πια
για να γυρίζεις πότε-πότε πίσω στο χρόνο…
Γιατί επιβάλλεται να θυμάσαι
-ποτέ μην το ξεχάσεις, τ’ ακούς;-
πως ο μόνος υπεύθυνος για όλα τελικά,
ήταν ο εξαντλημένος από τα εμπόδια χρόνος!
Αρετή
Γκιωνάκη, Από το Κρυφό Σημειωματάριο των Ποιητών, Τόμος 1ος, Σειρά
Ποιητικά Ξεφυλλίσματα/1, Εκδόσεις Πνοές λόγου και τέχνης
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.